στροφοδείκτης

στροφοδείκτης
ο, Ν
ναυτ. όργανο συνδεδεμένο μηχανικώς ή ηλεκτρικώς με την άτρακτο τής έλικας που δείχνει τον αριθμό τών στροφών κατά λεπτό και από το οποίο, με πολλαπλασιασμό με το βήμα τής έλικας εξάγεται η ταχύτητα τού πλοίου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”